
Από κει και πέρα, το εν λόγω πολιτικοκοινωνικό υπόβαθρο
περιορίζεται ασφυκτικά στο πλαίσιο μιας απλής αφορμής για επιφανειακή δράση και
ανεγκέφαλη βία με αναίτια στοιχεία τρόμου. Συνεχείς σεναριακές αυθαιρεσίες και
ανύπαρκτο χτίσιμο χαρακτήρων, σασπένς, μα και της ίδιας της ιστορίας αμπαλάρονται
σε ένα ασταμάτητα σοβαροφανές σκηνοθετικό περίβλημα, που όσο περισσότερο
προσπαθεί να συνταιριάξει την ένταση με το στυλιζάρισμα, τόσο περισσότερο
φαντάζει ναρκισσιστικά πομπώδες. Η γκλαμουράτη (και γι` αυτό κινηματογραφικά
ηδονοβλεπτική) παραφροσύνη των χαρακτήρων του αναιρεί την όποια τάση για
ενδοσκόπηση των δικών μας ζωωδών ενστίκτων, ενώ η συνειδητή αποφυγή στερεοτύπων
-μαύροι και γυναίκες πρωταγωνιστές- και η όποια νύξη προς τους πολιτικούς
ρόλους της εκκλησίας καταρρέουν κάτω από την απίστευτα (έως και ξεκαρδιστικά)
καρικατουρίστικη απεικόνιση των «κακών» και παράλληλα τον υπερβολικό εξωραϊσμό
των πρωταγωνιστών, συμπεριλαμβανομένης της πιο αγίας υποψήφιας προέδρου των
Ηνωμένων Πολιτειών. Το πόσο αυτό, βεβαίως, μοιάζει με πολιτική προπαγάνδα («Έτος
Εκλογών», όλως τυχαίως) δεν μπορώ να το εκλάβω ως υγιή (ή κινηματογραφική)
πολιτική αλληγορία. Ας ελπίσουμε ότι το κλείσιμο δεν υπονοεί συνέχεια της
σειράς (αν το κάνει, είναι παντελώς βεβιασμένο) και πως, γιατί όχι, θα πέσει
και σε μας από τον ουρανό ένας άγιος πολιτικός να μας βγάλει ρισκάροντας τη ζωή
του από όλα τα δεινά μας.
Βαθμολογία: 0.5/5