Ο Πήτερ Τζάκσον του «τιτάνιου» έπους «Lord of the rings», μετά από ένα εύστοχο (κατ΄ εμέ) remake του κλασικού «King Kong», επιστρέφει διασκευάζοντας το βιβλίο της Alice Sebold «The Lovely Bones». Αυτό διαπραγματεύεται ένα δύσκολο θέμα, το οποίο χρειάζεται πολύ περισσότερη φαντασία απ’ όση έχει χρησιμοποιηθεί για να πετύχει, εξού και το αφελές αποτέλεσμα της ταινίας. Ο Πήτερ Τζάκσον (συν-σεναριογράφος, εκτός από σκηνοθέτης) δείχνει τη δημιουργικότητά του στη σκηνοθεσία, αλλά όχι και στο σενάριο, που αποτελεί το πιο αδύναμο σημείο του φιλμ. Οι ευκολίες και η έλλειψη φαντασίας δεν αποτελούν τα μόνα του προβλήματα. Το βασικό μειονέκτημά του είναι η έλλειψη χαρακτήρα και ουσίας. Δε ξεκαθαρίζει ποτέ τον πραγματικό σκοπό του ή ακόμα και το είδος του. Το φανταστικό στοιχείο υπερισχύσει, όμως δεν είναι εκεί που δίνεται έμφαση. Οι δραματικές προεκτάσεις δεν είναι αρκετές ώστε να μπορεί να ισχύει ο όρος του δράματος. Το μακάβριο θρίλερ έρχεται σε αντίθεση με την σχεδόν παιδιάστικη συχνά φαντασία κι έτσι ούτε και αυτός ο χαρακτηρισμός θα ήταν σωστός.
Επίσης, η προβολή του παραδείσου μοιάζει με ωραιοποίηση του θανάτου (κάτι στο οποίο προσωπικά διαφωνώ καθέτως), αλλά το πρόβλημα είναι πως κι αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις επίγειες δολοφονίες, που φαίνεται να δείχνουν το ακριβώς αντίθετο.
Αλλά η μεγαλύτερη αποτυχία του πολλά υποσχόμενου Τζάκσον είναι πως δεν καταλήγει, τελικά, πουθενά. Δεν προσφέρει, δε λέει κάτι με την ταινία του, αφήνει το θεατή με απορημένο βλέμμα μετά το τέλος της. Τι ήθελε τελικά να πει ο ποιητής; Αν ήθελε απλώς να μας ευχηθεί χρόνια πολλά («a long and happy life») θα μπορούσε να το είχε κάνει σε πολύ λιγότερο από δύο -και κάτι- ώρες και με πολύ πιο απλό τρόπο…
Στα συν η ενδιαφέρουσα φωτογραφία και οι ερμηνείες, με μία Saoirse Ronan έκπληξη και έναν Stanley Tucci να κλέβει με άνεση την παράσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου