Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

The lobster / Ο αστακός (2015)

Βρισκόμαστε στην ευχάριστη θέση να επιβεβαιώσουμε πως το μεγάλο στοίχημα του αγγλόφωνου ντεμπούτου του Γιώργου Λάνθιμου έχει αποδειχθεί αδιαπραγμάτευτα κερδισμένο. Η αλλαγή τόπου και γλώσσας και το διεθνές, σχεδόν all-star καστ της ταινίας δεν αμβλύνουν ούτε στο ελάχιστο το όραμα του δημιουργικού διδύμου του «Κυνόδοντα» και ο «Αστακός» αποτελεί μια εκατό τοις εκατό «λανθιμική» ταινία. Σταρ όπως οι Colin Farrell, Rachel Weisz και Lea Seydoux εντάσσονται απολύτως αρμονικά στον κινηματογραφικό κόσμο των Λάνθιμου και Φιλίππου, κινούμενοι στην ίδια, «ρομποτική» ερμηνευτική λογική των προηγούμενων ταινιών τους. Το «παράξενο» κινηματογραφικό σύμπαν διαστέλλεται στα μεγέθη μιας χρονικά απροσδιόριστης δυστοπίας και το αλλόκοτο ύφος φαντάζει πιο συνειδητό και (ίσως) ώριμο από ποτέ. Τουτέστιν, δεν έχουμε άλλη μια σχεδόν εμμονική επανάληψη φόρμας, για την οποία θα μπορούσαν να κατηγορηθούν οι «Άλπεις», αλλά μια υγιή ανανέωση αυτής σε πιο ξεκάθαρα κωμική μορφή, αποβάλλοντας την «κουλτουριάρικη» σοβαροφάνεια. Έτσι, με την ψυχρότητα που γέννησε το αποκαλούμενο «weird wave» του ελληνικού σινεμά να είναι παρούσα, αλλά όχι στον βαθμό της κλινικής ατμόσφαιρας και αιωρούμενης διαστροφής των «Κυνόδοντα» και «Άλπεων», ο «Αστακός» αποδεικνύεται άκρως διασκεδαστικός, αν όχι ξεκαρδιστικός. Κάποιος βέβαια που επισκέπτεται για πρώτη φορά αυτό το κινηματογραφικό σύμπαν δεν αποκλείεται να το βρει δυσκολοχώνευτο, πρόκειται όμως σαφώς για την πιο προσιτή -αλλά όχι συμβατική- ταινία του ελληνικού διδύμου, κάτι στο οποίο αναντίρρητα συμβάλλει ο διεθνής χαρακτήρας της παραγωγής.

Παίρνοντας λοιπόν σε μεγάλο βαθμό στην πλάκα την γοητευτική «παραξενιά» του, ο «Αστακός» αποτελεί μια ευφάνταστη κοινωνική σάτιρα με επίκεντρο τις ανθρώπινες και δη ερωτικές σχέσεις. Ασύστολος σαρκασμός των κυρίαρχων αντιλήψεων γύρω από τα ζευγάρια και της επιβολής τους στο άτομο από την κοινωνία, αλλά και, δευτερευόντως, ένας ουσιώδης προβληματισμός πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις γενικότερα και τη θέση του «εγώ» μέσα σε αυτές. Βεβαίως, δεν διακρίνεται εδώ η συμβολική στιβαρότητα του «Κυνόδοντα», που αντέχει σε ενδελεχή αποκρυπτογράφηση, και προσωπικά δεν έχω πειστεί απόλυτα για το βάθος του «Αστακού» ως αλληγορία. Ίσως βέβαια αυτό να είναι κάτι υποκειμενικό. Από την άλλη, ίσως και να μην έχει καν ιδιαίτερη σημασία. Πέραν της εύληπτης σάτιρας και μιας γενικής ιδέας που υπηρετείται μέχρι τέλους, ο «Αστακός» δεν δείχνει απαραίτητα να έχει ανάγκη από μια τόσο σπουδαία νοηματική εμβάθυνση. Γιατί αυτήν τη φορά (σε αντίθεση με τις προηγούμενες) έχουμε μια ταινία πλοκής, όπου η ιστορία της και ο τρόπος που την αφηγούνται οι δημιουργοί της αρκούν για να την απολαύσεις. Ιδίως όταν οι τελευταίοι επιδεικνύουν αξιοπρόσεκτες ικανότητες ελλειπτικής αφήγησης, υποδειγματικής στον αντισυμβατικό τρόπο που ξεδιπλώνει σταδιακά ένα ευρηματικό κόνσεπτ επιστημονικής φαντασίας.

Εκεί που υπάρχει ένσταση, τόσο σε αφηγηματικό όσο και σε νοηματικό επίπεδο, είναι στην ιδέα στην οποία βασίζεται κι ο ίδιος ο τίτλος, δηλαδή στη μετατροπή των ανθρώπων σε ζώα, που μένει εντέλει παντελώς μετέωρη. Μετά τα μισά του φιλμ, κανείς δεν ασχολείται πια με το στοιχείο της μεταμόρφωσης, παρά μόνο υπαινικτικά, κι έτσι δεν φανερώνεται κάποιος ουσιαστικός λόγος για την ύπαρξη ενός τόσο παράδοξου κόνσεπτ, τη στιγμή που δεν είναι πραγματικά καθοριστικό για το φιλμ. Η τελική εστίαση αυτού, άλλωστε, δεν είναι παρά ένα απαγορευμένο love-story μεταξύ των Colin Farrell και Rachel Weisz, υπέροχα ανθρώπινων μέσα στη λανθιμική ψυχρότητά τους. Αν και το φιλμ ποτέ δεν χάνει το ενδιαφέρον του, σίγουρα η εξέλιξη αυτή το απομακρύνει από το δυναμικό και γεμάτο ευρήματα πρώτο μισό του, όσο και από την ίδια την κωμωδία. Βεβαίως, αυτή η ανάδυση ζεστασιάς σε ένα τόσο αποστειρωμένο συναισθηματικά περιβάλλον μπορεί να ενταχθεί στις απολαυστικές ιδιαιτερότητες της ταινίας, μα εύλογα αναρωτιέται κανείς για το κατά πόσον μια διαφορετική σκηνοθετική προσέγγιση θα το έκανε πιο δυνατό.

Όπως και να `χει, η νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια απολαυστικά αλλόκοτη μαύρη κωμωδία, μια σουρεαλιστική κοινωνική σάτιρα με πρωτότυπες ιδέες, αριστουργηματική φωτογραφία από τον γνώριμο πια Θύμιο Μπακατάκη και μια ευχάριστη δημιουργική αυτογνωσία. Πάνω απ` όλα όμως, είναι μια καθαρά «λανθιμική» ταινία, που απλά τυχαίνει να έχει για πρωταγωνιστές χολιγουντιανούς σταρ. Κι αυτό δεν μπορεί παρά να είναι μια μεγάλη, περήφανη νίκη.

Βαθμολογία: 3.5/5