Μακράν το χειρότερο και με μεγάλη διαφορά το πιο νοσηρό μέρος της τριλογίας. Στο τρίτο «Saw», ο σκηνοθέτης Ντάρεν Λυν Μπούσμαν διατηρεί την απαίσια γλοιώδη ατμόσφαιρα της προηγούμενης ταινίας, όπως και τον γρήγορο, ‘και καλά’ καθηλωτικό ρυθμό της, στοιχεία που αυτήν τη φορά είναι απίστευτα κουραστικά. Η ταινία κερδίζει το στοίχημα ότι θα είναι πιο βίαιη από την προηγούμενη και καταφέρνει να σου σφίξει το στομάχι ακόμα περισσότερο. Οπότε τι δηλαδή, να τη συγχαρούμε;
Το κακό είναι ότι ο σκηνοθέτης βασίζεται αποκλειστικά σε αποκρουστικές σκηνές, αφού είναι παντελώς ανίκανος να προκαλέσει πραγματικό τρόμο, έστω όπως εκείνον του 1.
Αυτή τη φορά ο Jigsaw θέλει να μας μιλήσει για τη συγχώρεση και να μας προβληματίσει ως προς το πόσο θέλουμε στ’ αλήθεια να αφαιρέσουμε μια ζωή, αλλά μάλλον δεν το εννοεί, το κάνει απλά για να τηρήσει την ‘παράδοση’, έτσι για να έχει κάτι να πει. Και πάλι συγχαρητήρια.
Στο σενάριο αυτή τη φορά βάζει το χεράκι και ο σκηνοθέτης του πρώτου «Saw», πράγμα όμως που καθόλου δεν το σώζει, αφού το φιλμ σεναριακά είναι αφελέστατο, σχηματικό, συχνά ανέμπνευστο και διαθέτει ένα σωρό ανούσια φλας-μπακ. Το φινάλε, αν και τραβηγμένο, πρέπει να ομολογήσω ότι είναι αληθινά ανατρεπτικό και βελτιώνει ολόκληρη την ταινία. Καλύτερα πάντως να μην κάνετε καν τον κόπο…
Βαθμολογία: 0.5/5