Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

La vie d' Adele / Η ζωή της Αντέλ (2013)

Η μαθήτρια λυκείου Adele (Adele Exarchopoulos) ανακαλύπτει τις ομοφυλοφιλικές της σεξουαλικές προτιμήσεις και περνά από την εφηβεία στην ενηλικίωση στη διάρκεια της σχέσης της με την μερικά χρόνια μεγαλύτερη Emma (Lea Seydoux). Μέσα στην τρίωρη διάρκεια του φιλμ, ο Abdellatif Kechiche αναπτύσσει και εξερευνά σε βάθος όχι μόνο την αρχή και το τέλος της σχέσης των δύο γυναικών, αλλά και το πριν και το μετά. Δεν φείδεται χρόνου και διαθέτει αρκετό για να αφιερώσει στην αρχική, straight σχέση της Αντέλ και στην επώδυνη σταδιακή διαπίστωση της ομοφυλοφιλίας της, μέχρι να μπει ουσιαστικά στην ιστορία η Seydoux μετά το πρώτο 40λεπτο.

Δεν φείδεται χρόνου ούτε και στις φλογερές όσο και ρεαλιστικότατες ερωτικές σκηνές, οι οποίες ανέδειξαν το φετινό θριαμβευτή των Καννών στην πιο πολυσυζητημένη ταινία της χρονιάς, σκορπίζοντας αισθητή αμηχανία στις αίθουσες. Ο Γαλλοτυνήσιος δημιουργός αποδίδει με λεπτομέρεια ακόμα και τις πιο καθημερινές κινήσεις των ηρωίδων του και φέρνει το θεατή σε απόσταση αναπνοής από αυτές, κάνοντάς τον να αισθανθεί πλήρως οικεία μαζί τους. Ο φακός φαντάζει «κολλημένος» στα πρόσωπά τους και απομακρύνεται από αυτά μόνο για να εξερευνήσει εξονυχιστικά τη γυμνή σάρκα τους, καθώς η Adele ποζάρει για τους πίνακες της Emma ή τα σώματά τους τρίβονται αχόρταγα μεταξύ τους, τα χέρια τους προσγειώνονται με ηδονιστικό θόρυβο στα οπίσθιά τους και το στόμα της μίας μοιάζει να προσπαθεί να «καταβροχθίσει» το σώμα της άλλης…

Η ταινία μπορεί να είναι πολύ τολμηρή (στο θέμα, τη διάρκεια και τον ερωτισμό της) για να την εκτιμήσει κάθε θεατής. Τίποτα από τα τρία όμως δεν θα έπρεπε να σας αποτρέψει από το να τη δείτε. Οι ερωτικές της σκηνές σφύζουν από ένα δυνατό και ρεαλιστικότατο πάθος που την απαλλάσσει από κάθε κατηγορία που τη θέλει «πορνογραφική» και τοποθετεί τις εν λόγω σκηνές απολύτως μέσα στο πνεύμα του φιλμ: σινεμά που δεν φοβάται και σε κοιτά στα μάτια. Και η μεγάλη διάρκειά του βοηθά στην επίτευξη αυτού ακριβώς του σκοπού, της -όσο το δυνατόν πιο σφαιρικής και συναισθηματικά διεισδυτικής- μελέτης των χαρακτήρων των πρωταγωνιστριών μέσα στη σχέση τους. Όσον αφορά στο δύσκολο θέμα της ομοφυλοφιλίας, ο Kechiche φαίνεται να περιγράφει την ερωτική ιστορία της Adele και της Emma όπως κάθε άλλη ερωτική ιστορία. Όλα φαντάζουν τόσο φυσικά, αληθινά και οικεία. Αν η λιτότητα και ο ρεαλισμός των τεκταινόμενων μεταμορφώνουν την οθόνη σε έναν «καθρέφτη» για το θεατή, αυτός αντικατοπτρίζει μία λεσβιακή σχέση αντί μιας straight. Κι εσύ δεν μπορείς παρά να δεθείς με τις ερωτευμένες ηρωίδες, να νοιαστείς για αυτές, να βιώσεις για τρεις ολόκληρες ώρες μια σχέση που μοιάζει να μην έχει τίποτα να ζηλέψει ή ίσως και να μη διαφέρει ουσιαστικά από μια straight. Πιθανώς εκεί ακριβώς να συνίσταται, αν δεχτούμε ότι υπάρχει, το πολιτικό μήνυμα του φιλμ.

Κι έπειτα, οι δύο πρωταγωνίστριες. Ειλικρινά, είναι συγκλονιστικές. Με όλη τη βαρύτητα του όρου. Πραγματική αποκάλυψη η -εικοσάχρονη- Exarchopoulos, αποδίδει με εντυπωσιακή φυσικότητα σε όλες τις διαστάσεις του τον ρεαλιστικά πολύπλοκο χαρακτήρα της, εκφράζοντας καταπληκτικό νεανικό αυθορμητισμό και συγκινητική ευθραυστότητα. Πιο έμπειρη, η Seydoux είναι το ίδιο εξαιρετική, σε ένα ρόλο πιο χαμηλών τόνων, αλλά μια ερμηνεία εξίσου εκφραστική.

Περισσότερο από μια ταινία για την ομοφυλοφιλία, η «Ζωή της Αντέλ» είναι μια ταινία για τον έρωτα. Τρεις ώρες μιας εκπληκτικά ακριβούς αποτύπωσης της συναισθηματικής διαδρομής μίας σχέσης, από την έναρξη ως το τέλος της, μαζί με ό,τι προηγείται και ό,τι έπεται αυτής. 

Βαθμολογία: 4/5

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Mirror mirror / Καθρέφτη, Καθρεφτάκι μου (2012)

Με την έλλειψη ιδεών στο Χόλιγουντ να γίνεται ολοένα και πιο εμφανής, τα μεγάλα στούντιο στρέφουν πλέον το ενδιαφέρον τους διαρκώς σε remakes, reboots και, τη νεότερη μόδα, διασκευές κλασικών παραμυθιών. Το 2012 λοιπόν στο στόχαστρο βρέθηκε η Χιονάτη, όχι μόνο από ένα, αλλά από δύο κινηματογραφικά στούντιο (!), τη Relativity και τη Universal, που επιχείρησαν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις στο μύθο. Τα δύο φιλμ κονταροχτυπήθηκαν, με το «Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου» της Relativity εντέλει να καθιστά την τελευταία την καλλιτεχνικά, αλλά και εμπορικά ηττημένη.

Η σκηνοθεσία της ταινίας ανήκει στον Ινδό Tarsem Singh των «Immortals», «The cell» και «The fall», ο οποίος έχει αναντίρρητα αποδείξει την ικανότητά του στα τεχνικά μέρη των ταινιών του. Οι εκθαμβωτικές εικόνες και τα εντυπωσιακά κοστούμια δίνουν και εδώ το παρόν και μάλλον αποτελούν, μαζί με ορισμένες από τις ερμηνείες, το κύριο ατού του φιλμ. Γιατί πέρα από αυτά, υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία για να επαινέσει κανείς, σε μια ταινία της οποίας η αμηχανία βροντοφωνάζει.

Η παρακολούθηση του «Mirror mirror» είναι σίγουρα διασκεδαστική, μα αυτό μοιάζει πολύ «λίγο» για να αποζημιώσει για την κυρίαρχη αίσθηση της έλλειψης στόχου. Αισθάνεσαι συνεχώς πως η ταινία θέλει να είναι κάτι περισσότερο από αυτό που πραγματικά είναι, χωρίς όμως να ξέρει τι. Φαντασμαγορική περιπέτεια; Κωμωδία; Παρωδία; Το έργο του Singh όμως δεν αποτελεί τελικά κάτι περισσότερο από μια απλή οικογενειακή ταινία, που στερείται ψυχής. Κι αυτό οφείλεται στο γεγονός πως αυτός ο προαναφερθέντας «στόχος» της συνίσταται αποκλειστικά στα λεφτά που επρόκειτο να φέρει στα ταμεία κι έτσι η σεναριακή έμπνευση είναι κάτι τι οποίο κανέναν δεν απασχολεί ιδιαίτερα. Και δυστυχώς ο Singh ποτέ δεν καταφέρνει να διαψεύσει το -ενοχλητικά αισθητό- γεγονός αυτό…

Ευτυχώς τουλάχιστον (και παρά την εκνευριστική Lily Collins στο ρόλο της Χιονάτης), υπάρχουν οι Julia Roberts, Nathan Lane και ο ταλαντούχος Armie Hammer (ο οποίος μοιάζει να διασκεδάζει αφάνταστα) όχι απλώς να προσθέτουν μια απολαυστική νότα στη θέαση, αλλά να προκαλούν γέλιο εκεί που από μόνο του το σενάριο αποτυγχάνει πλήρως!

Βαθμολογία: 2/5

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2013

Adventureland / Ζωή σαν... λούνα παρκ (2009)

Νεανική ρομαντική κομεντί σε σενάριο και σκηνοθεσία του Greg Mottola, του σκηνοθέτη που μας έδωσε το 2007 το ξεκαρδιστικό «Superbad». Όσο αστείο ήταν βέβαια εκείνο, άλλο τόσο εκτός κλίματος μοιάζουν τα κωμικά στοιχεία του «Adventureland». Και αυτός είναι ο λόγος της γενικής απογοήτευσης που εκφράστηκε προς το φιλμ: δεν είναι κωμωδία…

Το στόρι αφηγείται τις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στον απόφοιτο λυκείου James (Jesse Eisenberg) και τους υπόλοιπους συνεργάτες του στα πλαίσια καλοκαιρινής δουλειάς στο λούνα-παρκ Adventureland, στο οποίο υποχρεώνεται να εργαστεί, καθώς οι γονείς του αδυνατούν να στηρίξουν οικονομικά τόσο τις διακοπές που είχε προγραμματίσει, όσο και την επερχόμενη φοίτησή του. Στον μικρόκοσμο του Adventureland, ο James κάνει φιλίες και, κυρίως, ερωτεύεται, κάτω από μια άκρως ευαίσθητη και μελαγχολική κινηματογραφική ματιά από τον Mottola.

Το πρόβλημα του φιλμ εντοπίζεται σε αυτήν την κωμική διάθεση που κάνει ανά διαστήματα την εμφάνισή της και που τελικά αποτελεί μάλλον έναν εμπορικό συμβιβασμό και αφαιρεί από το εγχείρημα την τόλμη του. Πίσω όμως από τη φαινομενική χιουμοριστική σαχλαμάρα του, το «Adventureland» κρύβει μια εξαιρετικά ζεστή καρδιά, η οποία κοιτά βαθιά μέσα σε εκείνη του πρωταγωνιστή του. Αντιμετωπίζει το θέμα του με αφοπλιστική ευαισθησία, βαθιά μελαγχολία και κρύβει εκπληκτικά πηγαίο εσωτερικό συναίσθημα. Ο έρωτας του ήρωα με την Em (Kristen Stewart), στην ουσία και στο συναισθηματικό του υπόβαθρο, φαντάζει σχεδόν συγκλονιστικά ειλικρινής, ενώ εξίσου ευαίσθητη, παρότι λιγότερο ανεπτυγμένη στο πανί, είναι και η απεικόνιση των φιλικών του σχέσεων, ιδίως με τον χαρακτήρα του Ryan Reynolds. Με περισσότερη τόλμη και λίγο μεγαλύτερη προσοχή στο ρεαλισμό παρά στα μάλλον αδέξια κωμικά «διαλείμματα», το φιλμ θα μπορούσε να είναι εξαιρετικό, έχει όμως παρόλα αυτά ψυχή και χάρη σε αυτήν σε κερδίζει. 

Βαθμολογία: 3.5/5

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Snow White and the seven dwarfs / Η Χιονάτη και οι επτά νάνοι (1937)

Η πρώτη (διασωθείσα) αμερικανική ταινία κινουμένων σχεδίων και το εναρκτήριο λάκτισμα για τη ντισνεϊκή φιλμογραφία, η -βασισμένη στην ιστορία των αδελφών Γκριμ- «Χιονάτη και οι επτά νάνοι» έχει αναμφίβολα μεγάλη κινηματογραφική αξία και παραμένει σήμερα, σχεδόν ογδόντα χρόνια μετά τη δημιουργία της, γοητευτικότατη και απολαυστική. Αν κάποιο στοιχείο του φιλμ φαντάζει ξεπερασμένο, αυτό είναι κυρίως ο ίδιος ο χαρακτήρας της Χιονάτης, όχι τόσο λόγω του άχαρου φυσιογνωμικού σχεδιασμού της (κάτι που παρατηρείται και στον μάλλον θηλυπρεπή πρίγκιπα), όσο εξ’ αιτίας της ρηχότητας και της υπερβολικά παιδικής χαριτωμενιάς της.

Γενικώς, το φιλμ αναφέρεται πολύ πιο άμεσα στις μικρές ηλικίες απ’ ό,τι τα σημερινά κινούμενα σχέδια, τα οποία έχουν εντάξει πλέον και τους ενηλίκους στο target group τους. Παράλληλα όμως, η «Χιονάτη» του 1937 δεν διαθέτει τα κλισέ στα οποία παραδίνεται αμαχητί κάθε σύγχρονη ταινία του είδους και δε δυσκολεύεται να κερδίσει το κοινό κάθε ηλικίας, διαθέτοντας άλλα «όπλα» γοητείας. Τα οποία, ως επί το πλείστον, συνοψίζονται στο γεγονός ότι, παρόλο που το φιλμ δεν είναι live-action, γίνεται διαρκώς εντυπωσιακά αισθητό πως ανήκει στο κινηματογραφικό κλίμα μιας άλλης εποχής, το οποίο διαπνέεται από μια ακαταμάχητα νοσταλγική αθωότητα…

Η απλότητα του στόρι και η αθώα παιδικότητα σε όλους τους τομείς δημιουργούν μια ταινία που θα ήταν σχεδόν αδύνατο να σταθεί στα πόδια της αν είχε δημιουργηθεί τον εικοστό πρώτο αιώνα και ίσως ακριβώς για αυτό να γοητεύει. Τα φτωχά τεχνικά μέσα δεν στέκονται ικανά να της στερήσουν τίποτα από την ομορφιά της, οι νάνοι (και το τραγούδι τους «Heigh-Ho») είναι σκέτη απόλαυση και το κλασικό ντισνεϊκό χιούμορ αποδεικνύεται μέχρι και ξεκαρδιστικό. Εν γένει, η «Χιονάτη και οι επτά νάνοι» αποτελεί ένα διαμάντι για τους νοσταλγούς και ένα φιλμ αδιαμφισβήτητης ιστορικής αξίας.

Βαθμολογία: 3.5/5