Είναι το όνομα του Del Toro στην παραγωγή και το σενάριο που καθιστά αυτήν την ταινία άξια προσοχής. Αν δεν υπήρχε αυτό, δεν πιστεύω να είχε ασχοληθεί κανείς ιδιαίτερα μαζί της.
Αν έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα, είναι ότι εκμεταλλεύεται το εικαστικό ταλέντο των ανθρώπων πίσω από την κάμερα με πολύ μεγάλη επιτυχία, δημιουργώντας εξαιρετική ατμόσφαιρα και κάνοντας σχεδόν κάθε πλάνο χάρμα οφθαλμών. Δυστυχώς όμως δεν είναι αρκετό το αισθητικό μονάχα κομμάτι για να κάνει μία ταινία δίχως καμία απολύτως ιδιαιτερότητα στο σενάριο (αντίθετα, με αφέλειες και κλισέ) να ξεχωρίσει από το σωρό. Αυτό που χρειάζεται για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο είναι είτε μεγάλη τόλμη (πολύ σπάνιο φαινόμενο) είτε το αποτέλεσμα να είναι στ’ αλήθεια τρομακτικό. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, πέρα από μια-δυο ελαφρώς τρομακτικές σκηνές, δεν θα πιάσετε τον εαυτό σας να αγωνιά ιδιαίτερα…
Η αποτυχία στην πρόκληση τρόμου οφείλεται, δυστυχώς, σε πολύ μεγάλο βαθμό, στην ίδια την προηγμένη τεχνολογία που χρησιμοποιείται στο φιλμ. Τα CGI είναι εντυπωσιακά όταν ζωντα- νεύουν τέρατα και πρωτόγνω- ρους κόσμους για να σου γεμί- σουν το μάτι, αλλά όταν προσπα- θούν να γίνουν τρομακτικά, αποτυγχάνουν πλήρως. Σε ταινίες όπως «Η κάθοδος» τα CGI είχαν χρησιμοποιηθεί με (σχετική, τουλάχιστον) σύνεση, εδώ όμως η κάμερα μοιάζει υπερβολικά άνετη απέναντι στην παρουσία των μικρών τεράτων και δε διστάζει να «πλησιάσει» υπερβολικά κοντά τους. Μα τα πολλά close-up στα πρόσωπά τους παραπέμπουν πιο πολύ σε διασκεδαστική ταινία φαντασίας, παρά σε ταινία τρόμου. Πόσο μάλλον όταν βλέπει ο θεατής τα εν λόγω τέρατα να μιλάνε αγγλικά και να διαθέτουν εξυπνάδα ανθρώπου –σχεδόν κωμικό. Και πολύ απογοητευτικό, τη στιγμή που μία περιορισμένη χρήση των εφέ και πιο συνετή παρουσίαση των τεράτων θα μπορούσε ενδεχομένως να αποδειχθεί ευρηματική.
Το «Don’t be afraid of the dark», τελικά, βρίσκεται σε απόσταση χιλιομέτρων από ένα εναλλακτικό «Ορφανοτροφείο» και περνάει κατευθείαν στις ταινίες που δεν παρατηρείς μεγάλη διαφορά είτε τις δεις είτε όχι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου