Η
Καναδή ηθοποιός Sarah Polley, στην δεύτερη μεγάλου μήκους σκηνοθετική απόπειρά της,
αποδεικνύει, αν μη τι άλλο, πως είναι ικανή και τολμηρή στα δύσκολα. Γιατί το
να κρατήσεις το ενδιαφέρον του θεατή για πάνω από εκατό –επικίνδυνα
συγκρατημένα- λεπτά και να βγάλεις αυθεντικό συναίσθημα αποκλειστικά μέσα από
την δύναμη της λιτότητας και του καθημερινού ρεαλισμού είναι αναμφίβολα
δύσκολο. Θυμηθείτε πόσο έντονα κατάφερε κάτι ανάλογο η Sofia
Coppola στην επίσης δεύτερη ταινία της, το υπέροχο
«Χαμένοι στη μετάφραση». Όχι, εδώ δεν
έχουμε κάτι τόσο δυνατό, αλλά μία αξιόλογη προσπάθεια από την Polley, η οποία διαθέτει το ταλέντο, αλλά ενδεχομένως να
χρειάζεται λίγη ακόμη «μελέτη» για να φτάσει σε σημείο να δημιουργήσει αυτό που
το «Δικό μας βαλς» φιλοδοξεί να είναι.
Αναμφιβόλου
ποιότητας, το φιλμ έχει σαφέστατα τις στιγμές του. Ειδικά τα τελευταία
είκοσι-τριάντα λεπτά σφύζουν από αναδυόμενη συναισθηματική ένταση. Η διάρκεια
της ταινίας, ωστόσο, φαντάζει υπερβολικά μεγάλη για να υποστηρίξει τον διαρκώς
υπόγειο ερωτισμό της. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον έρωτα, ο οποίος
χάνεται, επιστρέφει και σιγά-σιγά απομακρύνεται ξανά (αυτό είναι και το νόημα
του έργου), έτσι και η ταινία της Polley. Πότε σε
αγκαλιάζει και πότε σου γυρνά την πλάτη. Με άλλα λόγια, προσωπικά πιστεύω πως
απαιτείται ένα τρομακτικά προσεγμένο σενάριο για να τηρηθεί η συναισθηματική
συνέπεια και η αληθοφανής πολυπλοκότητα των χαρακτήρων. Και από την στιγμή που
αδυναμίες του σεναρίου γίνονται συχνά αισθητές (τραβηγμένοι διάλογοι, μικρές
υπερβολές, αίσθηση της επανάληψης), το «Δικό μας βαλς» αναπόφευκτα κουράζει. Παρόλα
αυτά, οι στιγμές όπου θα δεις να αντικατοπτρίζεται ευδιάκριτα η πραγματικότητα
και ο ίδιος σου ο εαυτός είναι εκείνες που σε κερδίζουν και με μία τόσο αληθινή
σκηνοθεσία και τόσο αφοπλιστικά συγκινητικές ερμηνείες, οι εν λόγω στιγμές δεν
θα μπορούσαν να λείπουν. Στην τελική, αυτές είναι που δίνουν στο έργο όλη την
αξία του…
Βαθμολογία: 3/5
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου